menu

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΜΑΛΛΩΤΑΙΩΝ



ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΟΥ Η ΖΩΗ ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ
του Κώστα Αρβανίτη (Ντιναρά)


Είμαι ’γω ’νας Τσιαπογίτης
ο γνωστός ο Ντιναράς
που μ’ αρέσει η μπαζίνα
κι ο ξινός ο τραχανάς.

Μου αρέσουν οι χυλοπίτες
το ξυνόγαλο πολύ
και η στέρφη η προβατίνα
με τη γκιόσα τη βραστή.

Μου αρέσουν οι τριφτάδες
η μπομπότα με τυρί
τα συγκάθια, οι λαλαγγίδες
το χειμώνα στο σγουρνί.

Νηστικός και πεινασμένος
ήμουν πάντα στο χωριό
δεν ξεχνάω την ορφάνια
και τη μαύρη τη ζωή.

Δεν ξεχνώ ποτέ τη φτώχεια
και τη μαύρη κατοχή
πού ’φαγα γελάδια ψόφια
μ’ αυτόν τον Παναή.

Φάγαμε και κορατζίνες
για πετσούνια περιστέρια
φάγαμε χελώνες σούπα,
βατραχάκια, σκατζοχέρια.

Φάγαμε και λαχανίδες,
ξεροσφύρι με ελιές
και σκυλάχλαδα με γκόρτσα
και βατόμουρες πολλές.

Όλα ήτανε ωραία,
τα ετρώγαμε πολύ
κι όχι όπως λέμε τώρα
δε μ’ αρέσει το φαΐ.

Δεν ξεχνώ εγώ ποτέ μου
του χωριού μου τη ζωή
δεν ξεχνάω τα τσαρούχια
και το τρούπιο το βρακί.

Δεν ξεχνώ και τα παιχνίδια
τα καλύτερα απ’ όλα
τη γουρνίτσα, το κρυφτούλι
τις αμάδες και τη σρόλα.





ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΟΥ ΤΣΙΑΠΟΓΑ
του Κώστα Αρβανίτη (Ντιναρά)

Δεν ξεχνώ το χωριουδάκι
με τη θέα και τη φύση
ευτυχής είναι εκείνος
στου Τσιαπόγα που θα ζήσει.

Δεν ξεχνώ το γέρο Ντάρο
με την πρέζα τον ταμπάκο
με το φτέρνισμα ξυπνούσε
Τσιώνα, Ζύγουρα, Μπαρδάκο.

Δεν ξεχνώ και τον Τσετσέκο
και τον γέρο Μελιγγώνη
την ωραία «Καραγκούνα»
το χορό του Λιά του Τσιώνη.

Δεν ξεχνώ τον Κωνσταντάρα
και το Φάφαλο μαζί,
Κατσεβά, Κατούντα, Κρούσια,
τον Ντουβή τον Κωνσταντή.

Δεν ξεχνώ τον Καραμπίνη
και το γέρο Τσουκολιά
και το διάβολο το Μάκα
πού ’ταν μάνα στην κλεψιά.

Δεν ξεχνώ εγώ ποτέ μου
τη μικρή μου ηλικία
τα καβούρια, τ’ ασπροκόλια
περασμένα μεγαλεία!

Δεν ξεχνώ και τα νυχτέρια
τις απόκριες και τ’ άλλα
και το γέρο Δημητρόκα
τραγουδώντας την «κοκκάλα».

Δεν ξεχνώ τα πανηγύρια
και τα γλέντια συνεχώς
και τις νόστιμες προβάτες
κάθε χρόνο τ’ Άγιο-Λιός.

Δεν ξεχνώ τον μπάρμπα Τάσο
με τη ράβδα του στο χέρι
πού ’παιζε σκαμπίλι, πρέφα
με το Νίκο το Λυμπέρη.




ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΕΝΟΣ ΜΑΛΛΩΤΑΙΟΥ
του Βασίλη Βελησσάρη (Μπίλα)

Τσαπόγα, χωριουδάκι μου
για σένανε πονάω,
κι όσο μακριά κι αν βρίσκομαι
ποτέ δε σε ξεχνάω.

Στο νου μου πάντα η θέα σου
κι η κάθε σου ακρίτσα
τ’ Αλώνια μας, η Ράχη μας
και η Παπαρουντίτσα.

Η Πλεύρα, η Φτερόλακα
η Ρίζα, το Καλπάκι
λίγο νερό να έπινα
να δροσιστώ λιγάκι.

Νεράκι κρύο καθαρό
που βγαίνει από το χώμα
να πίνω αχόρταγα απ’ αυτό,
να λησμονώ το Μαραθώνα.

Πώς θα ’θελα να ήμουνα
στο πατρικό χαγιάτι
στους κήπους να ’βλεπα τ’ αρνιά
του καθενός χωριάτη.

Να βλέπω γίδια να περνούν
τροκάνια να βροντάνε
να βλέπω τους τσοπάνηδες
που για βοσκή τα πάνε.

Να θυμηθώ λιγάκι τα παλιά
που πήγαινα σχολείο
πότε καθόμουν όρθιος
και πότε σε θρανίο!

Θυμάμαι και το Ντιναρά
με κάτι τσαρουχάρες,
που πήγαινα για πότισμα
τις κόκκινες φοράδες.

Πάνε, όλα κείνα τα παλιά,
τίποτα πια δε μένει.
Περάσανε στη λησμονιά
γινήκαμε μοντέρνοι.

Και όταν πάμε στο χωριό
σε κείνο τ’ άγιο χώμα
κάνουμε πως δε γνωρίζουμε
το γάιδαρο ακόμα!


(Από το βιβλίο «ΜΑΛΛΩΤΑ» του Συνδέσμου Μαλλωταίων Η ΑΓΑΠΗ - 1986)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου