menu

ΑΡΧΑΙΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ - ΑΙΜΟΝΙΕΣ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Μαλλωτά: Κοκκαλιάρα
Στο 5ο χλμ. του δρόμου Μεγαλόπολη-Τρίπολη βρίσκεται η θέση Κοκκαλιάρα. Το τοπωνύμιο δίνεται σε μικρό επίπεδο ύψωμα, 100 Χ 70 μ. με υψόμετρο 560 μ. Οι παρειές του χαμηλώνουν σχεδόν απότομα και το περίοπτο ύψωμα είναι ιδανική θέση για επιτήρηση της λεκάνης της Μεγαλοπόλεως. Η σημερινή λεωφόρος πέρασε από την ανατολική πλευρά του πλατώματος και περιέλαβε το ύψωμα με μία προς τα αριστερά/νότια στροφή της.
Στην έκταση της Κοκκαλιάρας επισημάνθηκαν άφθονα θραύσματα κεραμίδων λακωνικού τύπου με μελανό και ερυθρό γάνωμα. Υπάρχουν άβαφα και μελαμβαφή όστρακα. Ξεχωρίζουν τα λιγοστά όστρακα (λαβή αμφορέως και επίπεδη βάση οινοχόης), που φέρουν παχύ στιλπνό καστανό γάνωμα (αρχαϊκά;), ενώ ένα φέρει καστανό γάνωμα στην έξω επιφάνειά του και μελανό στην εσωτερική. Στα περισσότερα μελαμβαφή το γάνωμα έχει απολεπιστεί. Ένα μελαμβαφές όστρακο ίσως να είναι γεωμετρικό. Τα άβαφα όστρακα, πηλός ερυθρός χωρίς εγκλείσματα, προέρχονται από μεγάλα χρηστικά αγγεία. Με βάση τη γενική εικόνα που παρέχει η κεραμική, η εγκατάσταση χρονολογείται στα υστεροαρχαϊκά και κλασικά χρόνια. Τα λίγα ελληνιστικά και ρωμαϊκά όστρακα δεν είναι αρκετά για συμπεράσματα.
Το τοπωνύμιο οφείλεται στα άφθονα οστά που βρίσκονται στο χώρο, γεγονός που επιβεβαίωσαν οι χωρικοί, χωρίς να συμβεί το ίδιο και κατά την αυτοψία μου, παρότι έγινε σε πρόσφατα οργωμένους αγρούς. Στη θέση υπήρχε μικρή εγκατάσταση, που πιθανότατα σχετίζεται με ένα δρόμο για την Τεγέα, ο οποίος θα ακολουθούσε το πέρασμα στις Βίγλες, όπως και η σημερινή λεωφόρος, ενώ η σχέση της εγκατάστασης με τις όχι μακριά ευρισκόμενες θέσεις, στα Περιβόλια - Μαλλωτά δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθεί. Εγκατάσταση, και όχι νεκρόπολη παρακείμενων οικισμών, χαρακτηρίζουμε τη θέση με βάση τα μέχρι τώρα, και πάντοτε επιφανειακά, ευρήματα.

Περιβόλια: Ποτιστικά, Βρωμόξυλο - Μοναστηράκι, ΑΙΜΟΝΙΕΣ
Ανάμεσα στα χωριά Περιβόλια και Μαλλωτά η παλαιότερη έρευνα ήδη είχε σημειώσει τη θέση ενός μεγάλου οικισμού. Με βάση μάλιστα το χωρίο του Παυσανία, VIII 44,1, του απέδωσε το όνομα Αιμονιαί. Οι αυτοψίες μου επιβεβαίωσαν την ύπαρξη αρχαίων καταλοίπων τα οποία καλύπτουν μια ευρύτερη χρονολογική κλίμακα. Τα κατά συστάδες ευρήματα παρουσιάζονται από τα δυτικά (Περιβόλια) προς τα ανατολικά (Μαλλωτά).
Ι. Αμέσως μετά τα τελευταία σπίτια του χωριού Περιβόλια εκτείνεται μεγάλο, σχεδόν επίπεδο, πλάτωμα (430-440 μ.), τα Ποτιστικά, το οποίο στο ανατολικό του άκρο κορυφώνεται ομαλά στο λόφο (500 μ.) Βρωμόξυλο. Η όλη περιοχή ορίζεται βόρεια και νότια αντίστοιχα από τα ρέματα Κουριαλού και του Αδάμ η βρύση. Στα Ποτιστικά οι αγροί είναι οστρακοβριθείς. Υπάρχουν κυρίως άβαφες κεραμίδες, οπτόπλινθοι και την πλειονότητά τους άβαφα όστρακα. Ξεχωρίζουν τα λίγα wheet-ridget, οι ταινιωτές λαβές με νευρώσεις, που απολήγουν στα χείλη του αγγείου, και τα θραύσματα πίθων. Στον ίδιο χώρο (χωράφι του Γεωργίου Βασιλόπουλου όπου σήμερα το τσιμεντένιο φρεάτιο), βρέθηκε «δεξαμενή» χτισμένη με οπτόπλινθους (opus testaceum), ενώ από εδώ διέρχεται -ΝΑ προς ΒΔ- ο αγωγός του υδραγωγείου της Μεγάλης Πόλεως. Στη θέση, με βάση την κεραμική, υπήρχε εγκατάσταση των ρωμαϊκών και παλαιοχριστιανικών χρόνων.
ΙΙ. Αμέσως μόλις αρχίσει το έδαφος να ανεβαίνει προς το Βρωμόξυλο, από το πρώτο άνδηρο-αγρό, η κεραμική διαφοροποιείται. Έτσι στον πρώτο αγρό (χωράφι Θανάση Τσίρμπα του Χρήστου) οι κεραμίδες είναι μελαμβαφείς ή ερυθροβαφείς και στα όστρακα επικρατούν τα μελαμβαφή. Η ίδια κεραμική καλύπτει όλη την πλαγιά (τη δυτική) του λόφου και όσοι αγροί ήταν καλλιεργημένοι, όπως η θέση Μελιγκώνη Ράχη, είχαν ποιλικία και ποσότητα οστράκων. Στα κράσπεδα του λόφου βρέθηκε επίσης ιωνική βάση με πλίνθο (σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Μεγαλόπολης), ενώ στη στροφή του χωματόδρομου για Ραψομμάτη, λίγα μέτρα πιο πέρα, υπάρχει ομάδα λιθόπλινθων κατάλοιπο σημαντικής κατασκευής. Από την κεραμική της πλαγιάς, άξονες 250 Χ 70 μ., ξεχωρίζουν λίγα όστρακα με καστανό γάνωμα και ωχροκίτρινο πηλό, τα μελαμβαφή με το παχύ στιλπνό γάνωμα (κυρίως βάσεις κυαθίων και σκύφοι), οι πεπλατυσμένες βάσεις και οι λαβές διαφόρων σχημάτων. Μοναδικό θεωρείται το ερυθρόμορφο όστρακο του 5ου π.Χ. (ανθέμιο;). Στο σύνολό της η κεραμική χρονολογείται στα υστεροαρχαϊκά και κλασικά χρόνια τέλη 6ου, 5ος και αρχές 4ου (;). Ορισμένα μελαμβαφή όστρακα επιδέχονται νεώτερη χρονολόγηση, ο μικρός αριθμός τους όμως δεν είναι ικανός για συμπεράσματα. Στην πλαγιά του λόφου μέχρι τα δυτικότερα κράσπεδά του βρισκόταν λοιπόν ένας σημαντικός οικισμός.
ΙΙΙ. Η κορυφή του λόφου Βρωμόξυλο είναι επίπεδη (τράπεζα με το γεωλογικό της όρο), πλάτους μέγιστου 50μ., και συνέχεται στα ανατολικά με τη θέση Μοναστηράκι. Εντύπωση δημιουργεί το ισχυρό ανάλημμα, που συγκρατεί τη δυτική απόληξη του Βρωμόξυλου, σχηματίζοντας μεγάλο άνδηρο. Το ανάλημμα έχει ύψος σχεδόν 1 μέτρο, είναι χτισμένο με μεγάλες αδούλευτες πέτρες και γύρω του υπάρχει πληθώρα μελαμβαφών ή ερυθροβαφών κεραμίδων. Πιθανότατα η κατασκευή του είναι έργο των αρχαίων και αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα του αρχαίου οικισμού, που ήταν διατεταγμένος ακριβώς από κάτω του. Οι ενδείξεις συνηγορούν να υποθέσει κανείς ότι αποτελούσε την υποδομή ενός τείχους, αλλά τα ευρήματα στο πλάτωμα του Βρωμόξυλου - Μοναστηράκι εκμηδενίζουν αυτή την εκδοχή. Οι αγροί είναι διάσπαρτοι με αρχαίες κεραμίδες και σχεδόν κονιορτοποιημένα οστά. Βρέθηκαν λίγα όστρακα που στο σύνολό τους χρονολογούνται στα αρχαϊκά και πρώιμα κλασικά χρόνια. Είναι άβαφα ή μελαμβαφή, τα δεύτερα απολεπισμένα, με πηλό εύθριπτο και ωχροκίτρινο. Ένα όστρακο διασώζει αραιό καστανό γάνωμα. Την ύπαρξη νεκροταφείου στη θέση επιβεβαίωσε το εύρημα των άγγλων συνάδελφων, η επιγραφή ΘΑΦΑΙΟΣ του 5ου π.Χ. που όριζε ακριβώς τον τόπο. Η επιγραφή βρέθηκε στο δυτικό πέρας του Βρωμόξυλου (μαρτυρία του παρόντος κατά την εύρεση φύλακα αρχαιοτήτων Ηλία Διαβολίτση). Ο έλεγχος του IG V2 απέδωσε: μια τουλάχιστον επιγραφή, η 494, προέρχεται από την ίδια περιοχή, «olim in regione Μοναστηράκι» σημειώνει ο H.v. Gaertringen. H 494 χρονολογείται στο 1/2ο μ.Χ. αιώνα και αποδεικνύει ότι το νεκροταφείο της θέσεως χρησιμοποιούταν, έστω και σποραδικά, μέχρι τότε (η 494 είναι οπωσδήποτε από το Μοναστηράκι. Αποδεικνύεται και από τη θέση των αγρών του ευρέτη της Λάμπρου Κονταργύρη).
IV. Στα ΒΒΔ του Βρωμόξυλου και ανάμεσα σ’ αυτό και στου Μπαφίση τη ράχη διέρχεται δύσβαρτος χωματόδρομος που ενώνει τα Μαλλωτά με τα Περιβόλια. Στο διάσελο των δύο υψωμάτων (ΒΒΔ του Βρωμόξυλου) επισημάνθηκαν λίγα χειροποίητα κακότεχνα όστρακα των προϊστορικών χρόνων, πηλός ερυθροκάστανος, τεφρός με πλούσιες προσμείξεις.
Πορίσματα
Από την παρουσίαση των θέσεων προκύπτουν ορισμένες παρατηρήσεις. Η περιοχή καταρχήν κατοικήθηκε σε διαχρονική βάση. Αιτίες ήταν οι εκτεταμένοι, αρδεύσιμοι σε μεγάλο τους μέρος αγροί, οι μαλακοί λόφοι που παρέχουν δυνατότητα για ιδανική μεσημβρινή διάταξη των κατοικιών και βέβαια τα πηγαία νερά της περιοχής, εκτός από τα ρέματα.
Τον οικισμό των Αιμονιών παραδίδει μόνο ο Παυσανίας (VIII 3,3, 44, 1-2) σημειώνοντας «και μετά ταύτα (sc. Λαδόκεια) Αιμονιαί πόλις ήσαν το αρχαίον… διαμεμένηκε δε και ες τόδε Αιμονιάς το χωρίον τούτο ονομάζεσθαι». Ήδη οι παλαιότεροι ερευνητές επεσήμαναν τη θέση και τοποθέτησαν στα ανατολικά του χωριού Περιβόλια τις Αιμονιές. Σήμερα γνωρίζουμε ακριβέστερα ότι κατά τα αρχαϊκά και κλασικά χρόνια (όταν θα έλαβε και τη μορφή οικισμού) κατείχε τις υπώρειες και την πλαγιά (Μελιγκώνη ράχη) του λόφου Βρωμόξυλο. Στο πλάτωμα της κορυφής του τελευταίου υπήρχε το νεκροταφείο του οικισμού, κάτι που οπωσδήποτε ξενίζει, αφού για λόγους πρώτιστα υγιεινής είναι κανόνας αυτό να βρίσκεται μακρύτερα ή έστω χαμηλότερα υψομετρικά από το χώρο οικήσεως (για να διακόπτεται ο υπόγειος ορίζοντας των υδάτων). Τα επιγραφικά όμως ευρήματα της θέσεως μαζί με τα οστά αποτελούν αδιάψευστα τεκμήρια.
Πρόβλημα παραμένει γιατί ο οικισμός των Αιμονιών, μόλις 4,5 χλμ. από τη Μεγάλη Πόλη, δεν αναφέρεται να παίρνει μέρος στον πολισμό της. Η θέση του τον τοποθετεί στα εδάφη των Μαιναλίων, στα προάστια της νέας πόλεως. Πρέπει λοιπόν να υποθέσουμε ότι ή οι Αιμονιές δεν υπήρχαν το 370 π.Χ. ή να τις συμπεριλάβουμε, αν και επώνυμος οικισμός -μαρτυρημένος δηλαδή από τις πηγές- μαζί με τους άλλους ανώνυμους, που επεσήμανε η έρευνά μου αλλά αγνοούμε τι θέση πήραν στο σχηματισμό της Μεγάλης Πόλεως. Τα λίγα όστρακα των αρχών του 4ου π.Χ. είναι μια ένδειξη ότι ο οικισμός, έστω και υποβαθμισμένος οικιστικά, υπήρχε. Οι κάτοικοί του λοιπόν θα αναγκάστηκαν να ενισχύσουν το ανθρώπινο δυναμικό του νέου οικιστικού κέντρου, ενώ ο υποβαθμισμένος οικισμός (άγνωστο γιατί παρήκμασε) δεν συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των μελών του πολισμού της Μεγάλης Πόλεως.
Ο Παυσανίας στο πέρασμά του γνωρίζει την ύπαρξη της «αρχαίας πόλεως» και σημειώνει «διανεμένηκε δε και ες τόδε Αιμονιάς το χωρίον τούτο ονομάζεσθαι». Η χρήση του όρου χωρίον νομίζω ότι σημαίνει ακριβώς την ύπαρξη μιας εγκαταστάσεως, πιθανόν η villa του fundi της περιοχής. Η ρωμαϊκή και νεώτερη εγκατάσταση στα Ποτιστικά συνηγορεί για την ορθότητα της υποθέσεως. Η επιγραφή IG V2, 494 του 1/2ου μ.Χ. είναι ένα επιπλέον στοιχείο. Ας μην ξεχνάμε ότι από τα Ποτιστικά πρέπει να περνούσε ο μεγάλος δρόμος Μεγαλόπολη-Τεγέα, παράλληλα με τον κύριο υδαταγωγό της ρωμαϊκής Μεγαλοπόλεως. Μια λοιπόν παρόδια εγκατάσταση, απομεινάρι της πόλεως των Αιμονιών είναι κάτι περισσότερο από αναμενόμενο.

Μαλλωτά
Μέσα στο χωριό εντοπίστηκαν: α) στο προαύλιο της εκκλησίας του χωριού «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» βρίσκεται ωραίας τέχνης αετωματική επίστεψη στήλης, σχεδόν ακέραια. Είναι από μάρμαρο (λευκό και λεπτόκοκκο για να είναι Δολιανών) με διαστάσεις 1,19μ. μήκος, 0,42μ. μέγιστο ύψος και 0,14μ. μέγιστο πάχος. Η πίσω επιφάνεια είναι δουλεμένη με χοντρό βελόνι, ενώ πιο λεπτό έχει χρησιμοποιηθεί για τις επάνω. Δεν υπάρχουν ίχνη συνδέσμων, τόρμων και πιθανότατα η επίστεψη αποχωρίστηκε από τη στήλη της τα νεώτερα χρόνια. Άγνωστη η προέλευσή της, πιθανότερη είναι η μεταφορά της από το χώρο του οικισμού των Αιμονιών-Περιβόλια παρά από τη Μεγαλόπολη (οι ΒΔ εκτάσεις του οικισμού των Αιμωνιών, θέσεις Μοναστηράκι και Βρωμόξυλο ανήκουν στους Μαλλωταίους).
β) στη δεξιά παραστάδα της νότιας πόρτας του κοιμητηριακού ναού του χωριού «Εισόδια της Παναγίας» είναι εντοιχισμένο -κατά το ήμισυ- ιωνικό κιονόκρανο της ύστερης αρχαιότητας (τύπος έλικας, οφθαλμοί και προσκεφάλαιο, από μάρμαρο Δολιανών. Άγνωστη η προέλευσή του.
γ) Στην έξοδο του χωριού προς Ραψομμάτη στη θέση Τζουμαίικο αλώνι, βρέθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 σημαντικός αριθμός ειδωλίων μαζί με λίγα «κουπάκια». Τα ειδώλια, σύμφωνα με περιγραφές αξιόπιστων μαρτύρων, ήταν γυναικείες «τερακότες», «έσωζαν καλά μόνο το κεφάλι με κότσο και το σώμα ήταν κούφιο», των ελληνιστικών χρόνων (μία τερακότα από τα Μαλλωτά εντόπισε ο Παναγιώτης Φάκλαρης στο χωριό Κοσμά Κυνουρίας επαναπατρισμένη από την Αμερική). Στο χώρο ευρέσεώς τους έγινε επίσημη «λαθρανασκαφή» (από το Γυμνασιάρχη Βασίλειο Χρονόπουλο, που ευχαριστώ και από εδώ για τις πολύτιμες πληροφορίες του) η οποία απέφερε και άλλα. Σήμερα δεν σώζεται τίποτα. Παραμένει η μαρτυρία, ότι εδώ υπήρχε τουλάχιστον ένας αποθέτης ιερού των περιχώρων της Μεγάλης Πόλεως.
δ) Στη θέση Καινούργια Βρύση, στα ΒΑ του χωριού, ο εκσκαφέας κατά τη διάνοιξη του δρόμου από Βίγλες προς Μαλλωτά, απεκάλυψε στην παρειά του στρώμα κεραμίδων λακωνικού τύπου. Αδιάγνωστος είναι ο χαρακτήρας του κτηρίου.

Μαλλωτά: Άγιος Αθανάσιος
Το αγιωνύμιο αποδίδεται στην κοίτη ρέματος, νότια από το χωριό και πιο κάτω από το εξωκλήσι του Αγιο-Σπυρίδωνα. Στη θέση αναβλύζει πηγή και κατά τις εργασίες που έγιναν για την αξιοποίησή της τον Αύγουστο του 1930 «ανεκαλύφθη αρχαία συλλεκτήριος δεξαμενή, της οποίας το νερό έρχεται από το βάθος του λόφου στον οποίον έχει κτισθή. Το σχήμα της δεξαμενής είναι ορθογώνιο 2,95 επί 2,70 και ύψους περίπου 5 μέτρων. Είναι κτισμένη με κεράμους κατά το ισοδομικό σύστημα. Εσκεπάζετο με μια μεγάλη καμάρα, η οποία κατεστράφη κατά την ανασκαφή της. Στο εσωτερικό έχει τέσσερις κόγχες, από τις οποίες οι τρεις ευρίσκονται στη μέση κάθε πλευράς, η δε τέταρτη στο άκρον... Σε μια μικρή κόγχη ευρέθη ένα μικρό γυναικείο πήλινο αγαλμάτιο, το οποίο κατεστράφη κατά την ανασκαφή των χωρικών και μόνον η κεφαλή του διετηρήθη. Το εσωτερικό του κορμού του ήτο κοίλο, στην κεφαλή φέρει τον συνήθη πόλο της εποχής εκείνης (γύρω στον 3ο αιώνα). Παρόμοιο αγαλμάτιο γυναικός υπάρχει και στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Μεγαλοπόλεως, πράγμα το οποίο φανερώνει ότι το υδραγωγείο αυτό (sc. του Αγίου Αθανασίου) είναι σύγχρονο με την ακμή της Μεγαλοπόλεως. Κυλινδρικοί πήλινοι υδροσωλήνες παρατηρήθηκαν και εκεί με κατεύθυνση προς την πεδιάδα της Μεγαλοπόλεως…
Επομένως αν δε θελήσουμε να δεχθούμε, ότι η συλλεκτήριος αυτή δεξαμενή είχε προορισθεί για τη Μεγαλόπολη και ότι μόνη αυτή επαρκούσε για την ύδρευσή της, τουλάχιστον πρέπει να δεχθούμε, ότι αυτή ήτο βοηθητική και ενισχυτική στο νερό, το οποίο ήρχετο από τον Νιγδάνη (πλησίον του Ραψομματίου). Οπωσδήποτε η δεξαμενή αυτή είχε γίνει για την αρχαία Μεγαλόπολη. Ο τρόπος μάλιστα κατά τον οποίον έχει κτισθή φανερώνει ότι παρείχε άφθονο νερό και με μεγάλη σχετική πίεση, γιατί οι τρεις τοίχοι της που στηρίζονται στο λόφο έχουν μόλις 40 εκ. πάχος, ενώ ο ένας στο εμπρόσθιο μέρος, ο οποίος ήταν υποχρεωμένος να δεχθή όλη την πίεση του νερού έχει 90 εκατ. πάχος, και έξω του τοίχου είχαν τοποθετηθεί μεγάλοι ογκόλιθοι συνδεμένοι με άσβεστο, τρόπον τινά ενισχυτικοί της πλευράς αυτής. Η ανασκαφή όμως, η οποία έγινε από τους κατοίκους του Τσαπόγα, για την ανεύρεση της πηγής του νερού αυτού, επέφερε τόση αλλαγή στη δεξαμενή αυτή, κυρίως στο εξωτερικό, ώστε να καθίσταται αδύνατη η μετά βεβαιότητος και λογικής ακριβείας κρίση μας» (Κ. Παπανικολάου - Λεύκωμα Μεγαλοπολιτών 1931).
Στην ίδια θέση μνημονεύεται η εύρεση μαρμάρινου κίονα μήκους μεγαλύτερου του ενός μέτρου. Η δεξαμενή (;) των ρωμαϊκών χρόνων (opus testaceum η τοιχοδομία της) χρησίμευε όχι τόσο για την υδροδότηση της εγκαταστάσεως στα Ποτιστικά, όσο για τον εμπλουτισμό του κεντρικού υδαταγωγού από το Κεφαλόβρυσο του Αϊ-Γιάννη (αρχαίες Πηγαί) προς τη Μεγαλόπολη.

Μαλλωτά: Παλιάμπελα
Το τοπωνύμιο φέρουν ελαιόφυτοι αγροί στα ΝΔ του χωριού. Τη θέση διασχίζει υποτυπώδης χωματόδρομος, που από τα Μαλλωτά οδηγεί στις Ράχες (512 μ.) και καταλήγει στο δρόμο Περιβόλια - Ραψομμάτη. Στα αριστερά/ΝΑ του δρόμου σε μια έκταση 50 Χ 30 μ. (αγρός Βασιλείου Αθ. Λυμπερόπουλου) βρέθηκαν θραύσματα άβαφων κακότεχνων κεραμίδων, οπτόπλινθοι και άβαφη στο σύνολό της κεραμική. Ξεχωρίζουν τα wheel-ridged όστρακα, οι ταινιωτές με νευρώσεις λαβές, που απολήγουν στα χείλη του αγγείου, και λίγα εφυαλωμένα όστρακα, ένα βάση πινακίου με εγχάρακτη διακόσμηση. Τα ευρήματα συμπληρώνουν μάζες εκκαμινεύσεως άγνωστου μετάλλου. Στη θέση υπήρχε οικιστική εγκατάσταση, που η κεραμική της τη χαρακτηρίζει απρόσκοπτα ως βυζαντινή. Συναφής κεραμική αλλά σε μικρότερη ποσότητα βρέθηκε και στον απέναντι, δεξιά του δρόμου, αγρό. Νοτιότερα και πέρα από το μονοπάτι (διακλάδωση αριστερά του δρόμου) βρέθηκαν επίσης οι ίδιες κεραμίδες, άβαφη στο σύνολό της κεραμική (επικρατούν τα wheel-ridged) και ένα μελαμβαφές όστρακο. Η κεραμική σε γενικές γραμμές είναι παλαιότερη, κατά ένα μέρος, και σύγχρονη με αυτή της παρακείμενης βυζαντινής εγκαταστάσεως, αυξάνοντας τους άξονες της τελευταίας σε 120 Χ 50 μ. Η επόμενη θέση στο Παλιοχώρι απέχει σχεδόν 300 μ.

Μαλλωτά: Παλιοχώρι
Το τοπωνύμιο φέρει μικρή έξαρση της επίπεδης κορυφής (τράπεζα με το γεωλογικό της όρο) του λόφου Ράχες, αριστερά/νότια του χωματόδρομου, που από τα Μαλλωτά οδηγεί εδώ, και 300 με 400 μ. ΒΑ από το τριγωνομετρικό σημείο της ΓΥΣ (512 μ.). Σε μια έκταση τουλάχιστον 70 Χ 30 μ. τα καλλιεργημένα χωράφια είναι οστρακοβριθή. Η κεραμική αδρομερώς διακρίνεται σε τρεις χρονολογικά ομάδες. Βρέθηκαν κεραμίδες λακωνικού τύπου με μελανό ή ερυθρό γάνωμα, άβαφα όστρακα, λιγοστά μελαμβαφή, δύο περγαμηνά τοπικού εργαστηρίου και αγνύθα πηνίο. Το σύνολο αυτό χρονολογείται στα όψιμα ελληνιστικά με ρωμαϊκά χρόνια.
Μία δεύτερη ομάδα αποτελεί η κεραμική της ύστερης αρχαιότητας, 4ος με 6ος μ.Χ αιώνας. Στο σύνολό της είναι άβαφη, οι κεραμίδες κακότεχνες και επικρατούν τα wheel-ridged και οι ταινιωτές λαβές που απολήγουν στα χείλη του αγγείου. Ένα νεώτερο σύνολο κεραμικής αποτελούν τα άβαφα και εφυαλωμένα όστρακα, που χρονολογούνται στα βυζαντινά χρόνια, 11ος μ.Χ. κ.έ. Ξεχωρίζει εφυαλωμένη επίπεδη βάση, όστρακο με πράσινη εφυάλωση και άλλο άβαφο με ζητοειδή εγχάρακτη διακόσμηση. Στις άκρες των αγρών οι σωροί από μεγάλες πέτρες προέρχονται πιθανότατα από κατεστραμμένους κατά την άροση τοίχους.
Η πρόσφορη λοιπόν θέση επάνω στο λόφο με τους γύρω της εκτεταμένους αγρούς κατοικήθηκε διαχρονικά. Μικρές αγροτικές εγκαταστάσεις κατείχαν τον τόπο, ενώ τα υπάρχοντα στοιχεία δεν επιτρέπουν ακριβέστερες παρατηρήσεις.

Μαλλωτά: Ράχες
Το τοπωνύμιο φέρει η κορυφή του επίπεδου λόφου στα ΝΑ του χωριού Μαλλωτά. Α/ΝΑ από το τριγωνομετρικό σημείο (512μ.) σε έκταση 50 Χ 50 μ. βρέθηκαν όστρακα από χειροποίητα αγγεία, με πηλό καστανέρυθρο πλούσιο σε προσμείξεις, των προϊστορικών χρόνων (ΜΕ;). Στον ίδιο χώρο υπήρχαν άβαφα και λιγότερα μελαμβαφή όστρακα, ξεχωρίζει μελαμβαφής βάση αγγείου με πηλό καθαρό και ωχροκίτρινο, των υστεροαρχαϊκών χρόνων. Άβαφα όστρακα της ύστερης αρχαιότητας και νεώτερα (ένα spiral-grooving) συμπληρώνουν τα ευρήματα της θέσεως.

(Από το βιβλίο του Γ. Α. Πίκουλα – Η ΝΟΤΙΑ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΧΩΡΑ)

ΑΙΜΟΝΙΕΣ

Στη θέση του σημερινού χωριού Περιβόλια, κοντά στη Μεγαλόπολη, υπήρχε κατά την αρχαιότητα μια μικρή πολίχνη ονομαζόμενη Αιμονιές. Κατά τη μυθολογία, οι Αιμονιές ιδρύθηκαν από τον Αίμονα, γιο του Λυκάονα. Την πόλη επισκέφθηκε ο Παυσανίας, κατά την περιήγησή του στην Αρκαδία.
Στις εργασίες κατασκευής του οδικού κόμβου που θα συνδέει τη Μεγαλόπολη με το νέο αυτοκινητόδρομο Τρίπολης - Καλαμάτας, αποκαλύφθηκε στην περιοχή «Ποτιστικά», στα βορειοανατολικά του χωριού Περιβόλια, αρχαία πόλη με οργανωμένο πολεοδομικό σύστημα. Ειδικότερα, κατά τα έτη 2008-2010, ήλθαν σταδιακά στο φως τμήματα οικοδομικών νησίδων που ορίζονται από καλοσχηματισμένους κάθετους και οριζόντιους λιθοστρωμένους δρόμους. Η ακμή της πόλης ανάγεται στα κλασικά χρόνια (5ος και 4ος αι. π.Χ.), ενώ η παλαιότερη φάση κατοίκησης ανέρχεται στα αρχαϊκά και γεωμετρικά χρόνια (6ος, 7ος και 8ος αι. π.Χ.), όπως υποδεικνύεται κυρίως από την κεραμική.
 Η θέση αυτή που βρίσκεται έξω από τη σύγχρονη Μεγαλόπολη, ταυτίστηκε από την προ ανασκαφική έρευνα, με την αρχαία πόλη των Αιμονιών, που αναφέρει ο Παυσανίας. Η αρχαιολογική αυτή έρευνα στο πλαίσιο ενός δημόσιου έργου, ρίχνει φως σε άγνωστες πτυχές του οικιστικού πλέγματος της Μεγαλοπολίτιδος χώρας και του γνωστού συνοικισμού των κωμών της αρχαίας Μεγαλόπολης.
Με απόφαση του Κεντρικού Αρχαιoλογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) αποφασίστηκε η υπερύψωση της αρτηρίας της Εθνικής Οδού και η κατάχωση των αρχαίων ευρημάτων, αφού πρώτα γίνει αποτύπωση των αρχαιοτήτων και αεροφωτογράφηση, στη θέση Αιμονιές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου